Της Βάλιας Αρανίτου*
Xωρίς αμφιβολία, ένα από τα δομικά χαρακτηριστικά του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού ήταν η σημαντική παρουσία τουλάχιστον ποσοτικά των μεσαίων στρωμάτων (παραδοσιακή και...
νέα μικροαστική τάξη). Αποτέλεσμα κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων και αναγκαιοτάτων, η παραδοσιακή μικροαστική τάξη (μικρέμποροι, μικροβιοτέχνες, μικροί αγρότες, μικροεπαγγελματίες) και κυρίως από τη δεκαετία του 1980 και μετά η νέα μικροαστική τάξη (επιστημονικά επαγγέλματα, διευθυντές, ανώτερα στελέχη επιχειρήσεων) αποτέλεσαν το βασικό χαρακτηριστικό της ελληνικής κοινωνικής διαστρωμάτωσης.
Η αδυναμία της οικονομικής και πολιτικής ελίτ να εξασφαλίσει την απαραίτητη νομιμοποίηση σε συνδυασμό με την πολιτική ρευστότητα που υπήρχε μεταπολεμικά (πόλεμος, εμφύλιος, δικτατορία) ανέδειξαν...
τα στρώματα αυτά ως καθοριστικό παράγοντα της διαδικασίας σταθεροποίησης των θεσμών του αστικού κράτους και ως απαραίτητη προϋπόθεση της σταθεροποίησης της πολιτικής τους ηγεμονίας. Επιτομή αυτής της διαδικασίας ήταν η χρήση του αδόκιμου μεν αλλά αποτελεσματικού πολιτικά όρου «μικροεμεσαίοι» από το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980. Οι μικρομεσαίοι αναδείχτηκαν σε προνομιακούς συνομιλητές των κυβερνήσεων και πέτυχαν την ενδυνάμωση των κοινωνικών όρων αναπαραγωγής τους. Σύντομα, όμως, εμφανίστηκαν φωνές αμφισβήτησης αυτών των πρακτικών οι οποίες εντάθηκαν και συστηματοποιήθηκαν την περίοδο του εκσυγχρονισμού. Εκεί ακριβώς συγκροτούνται η λογική και τα επιχειρήματα που συναντάμε στις πολιτικές των Μνημονίων.
Οι αμφισβητήσεις αυτές συγκρότησαν σε μεγάλο βαθμό τις αφηγήσεις που επιχείρησαν να νομιμοποιήσουν τις πολιτικές λιτότητας των Μνημονίων και εκφωνήθηκαν όχι μόνο από την τρόικα, υποστηρίχτηκαν τεχνικά από ειδικές αποστολές του IMF, του OECD, υπηρεσίες υπουργείων, αξιοποίησαν μελέτες ιδιωτικές εταιρείες, όπως η McKenzie, και εμπειρογνωμοσύνες μεγάλων δικηγορικών εταιρειών. Οι μελέτες αυτές θεώρησαν ότι μέρος του οικονομικού προβλήματος της χώρας ήταν ο υπερβολικά μεγάλος αριθμός μικρών επιχειρήσεων.
Έτσι, τέσσερα χρόνια μετά την εφαρμογή σειράς μνημονιακών μέτρων τα πάλαι ποτέ κυρίαρχα μεσαία στρώματα περιθωριοποιούνται. Η παραδοσιακή μικροαστική τάξη έχασε περισσότερο από το 40% του δυναμικού της, ενώ ένα άλλο 40% φυτοζωεί, αδυνατώντας να πληρώσει τις υποχρεώσεις του, αφού εκτός από τη συρρίκνωση της ζήτησης «έκλεισαν» και οι στρόφιγγες ρευστότητας από τις τράπεζες. Μεταξύ 2009 και 2013 καταγράφονται περίπου 392.000 λουκέτα και απώλεια περισσότερων από 800.000 θέσεων εργασίας σε αυτές. Αξιοσημείωτη συρρίκνωση υπέστη ο τομέας των κατασκευών, στον οποίο το 2010 οι θέσεις εργασίας μειώθηκαν κατά 10,1% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2011 ανήλθε σε 5,42% (σε απόλυτους αριθμούς η μείωση μεταξύ των ετών 2009-2011 αντιστοιχεί σε 40.681 θέσεις εργασίας). Στο εμπόριο χάθηκαν περισσότερες από 140.000 επιχειρήσεις. Οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι μικροί επιχειρηματίες αποτυπώνονται, εκτός των άλλων, και στις περισσότερες από 3.000 αυτοκτονίες επιχειρηματιών που έχουν καταγραφεί για χρέη. Η αναλογία των "κόκκινων" εταιρικών δανείων ως προς τις συνολικές χορηγήσεις εκτινάχθηκε στο 33,8% έναντι του 4,3% το 2008.
Την ίδια στιγμή, στους κόλπους της νέας μικροαστικής τάξης συντελείται αντίστοιχη καταστροφή. Μεταξύ 2009 και 2013 οι δικηγόροι που δεν πραγματοποίησαν ούτε μια παράσταση σε δικαστήριο αυξήθηκαν κατά 33%, ενώ εκείνοι με περισσότερες από 50 παραστάσεις μειώθηκαν περίπου κατά 65%! Τα επαγγέλματα που σχετίζονται με την παροχή νομικών και λογιστικών υπηρεσιών, παρά τις απαιτήσεις του περιβάλλοντος, μειώθηκαν την ίδια περίοδο κατά 9.796 άτομα. Την ίδια περίοδο, 9.782 αρχιτέκτονες και μηχανικοί έκλεισαν τα γραφεία τους. Στα ιατρικά επαγγέλματα, από το 2008 ώς το 2013 οι απώλειες των θέσεων εργασίας είναι 16.218.
Τα μέτρα που επιβλήθηκαν, παρά την πρωτόγνωρη για αυτά τα κοινωνικά στρώματα κινητοποίηση και αντίσταση, φαίνεται να οδηγούν όχι μόνο στην περιθωριοποίηση, αλλά στην πλήρη κατάρρευσή τους. Τα αποτέλεσμα αυτό δεν αποτελεί απλώς παράπλευρη απώλεια των μνημονιακών πολιτικών λιτότητας, αλλά φαίνεται ότι είχε στο στόχαστρο τη δραστική συρρίκνωση αυτών των στρωμάτων.
Μέτρα προαπαιτούμενα των Μνημονίων (ενδεικτικά)
* Επιβολή τέλους επιτηδεύματος σε εμπόρους, ελεύθερους επαγγελματίες και άλλους επιτηδευματίες ανεξαρτήτως εισοδήματος,
* Αύξηση της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης των προσωπικών εταιρειών (Ο.Ε., Ε.Ε.), από 17,34%, στο 33,40%.
* Αυξήσεις κατά 10% - 12% των τιμολογίων της ΔΕΗ, των εμπορικών τιμολογίων, συνολικά 17 αυξήσεις, με το ποσοστό τους να υπερβαίνει το 60%.
* Επιβολή νέου έκτακτου φόρου ακινήτων μέσω του λογαριασμού της ΔΕΗ αρχικά (ΕΕΤΗΔΕ) και ψήφιση του (ΕΝΦΙΑ), ο οποίος στην ουσία νομιμοποιεί το χαράτσι της ΔΕΗ.
* Πλήρης απελευθέρωση της χρονικής διάρκειας όλων των επαγγελματικών μισθώσεων.
* Αναστολή του ΑΦΜ για όσους οφείλουν και βαριές ποινές και υψηλά πρόστιμα για τους επιχειρηματίες που οφείλουν.
* Απελευθέρωση της κυριακάτικης αργίας.
Το ιδεολογικό οπλοστάσιο
Η επιτυχία ενός τέτοιου πλάνου πάντα συνοδεύεται από μηχανισμούς και λογικές ιδεολογικής νομιμοποίησης. Το σύνολο των μέτρων και των «μεταρρυθμίσεων» που εισάγονται με την υπογραφή των Μνημονίων έχουν ως υποστηρικτικό μηχανισμό μια σχεδιασμένη ιδεολογική πλατφόρμα που προωθείται συστηματικά από σχεδόν το σύνολο των ΜΜΕ και η οποία δημιουργεί εκείνες τις προϋποθέσεις αποδοχής της από μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, ενώ παράλληλα επιχειρεί να βασίσει τη νομιμοποίησή της. Η μεσαία τάξη «φταίει» για την «κατάντια» της πατρίδας. Οι μικροί επιχειρηματίες εγκαλούνται καθημερινά από τα ΜΜΕ ως φοροφυγάδες, αντιπαραγωγικοί μη ανταγωνιστικοί, και κυρίως εκείνοι που αντιγράφουν υψηλά καταναλωτικά πρότυπα. Προσκολλημένοι στην ατομική τους ιδιοκτησία, δεν «θέλουν να εκσυγχρονιστούν». Γιατροί, δικηγόροι, φαρμακοποιοί, υδραυλικοί δεν κόβουν αποδείξεις, οι καθηγητές δουλεύουν λίγο ενώ όλοι μαζί έχουν και άλλη απασχόληση. Τεμπέληδες που κάνουν χρήση πιστωτικών καρτών για κατανάλωση και ταξίδια. Θέλουν όλοι τα παιδιά τους να σπουδάσουν στο πανεπιστήμιο.
Εγκαλούνται ως κρατικοδίαιτοι και ότι καταφεύγουν πάντα στην αγκαλιά του κράτους, όταν τα ίδια τα Μέσα (οι τηλεοπτικοί σταθμοί) που «προπαγανδίζουν» αυτές τις απόψεις λειτουργούν μέσω κρατικής παρέμβασης. Όσοι επιβιώνουν έχουν υποστεί πλήρη αφυδάτωση του ειδικού τους βάρους. Παράλληλα, τα στρώματα αυτά έχουν ενσωματώσει την ήττα, γιατί τελικά έχουν αποδεχτεί το γεγονός ότι «φταίνε», αφού μέσα από το σοκ νομιμοποιούν αυτές τις πράξεις και ιδεολογικά.
Αυτή η ιδεολογική και πολιτική ήττα των συγκεκριμένων στρωμάτων συνοδεύεται όχι μόνο από την οικονομική υπονόμευση, αλλά και από την ανατροπή της κοινωνικής τους αξιοπρέπειας και status και αποτελεί μια βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια της δημοκρατίας. Συνήθως η υπονόμευση της «μεσαίας τάξης» την οδηγούσε σε συντηρητικές και όχι σπάνια αντιδημοκρατικές πολιτικές επιλογές. Όμως, στην ελληνική συγκυρία και στον βαθμό που το διαφαινόμενο «τέλος» της συμπίπτει με την εξαθλίωση και άλλων κοινωνικών στρωμάτων και κυρίως των εργαζομένων, το ζήτημα των συμμαχιών με αίτημα τη διασφάλιση της δημοκρατίας και την αντιμετώπιση της κρίσης με προώθηση πολιτικών που είναι αντίθετες στη λιτότητα και την ύφεση είναι κομβικό. Στη συνάφεια αυτή μπορούμε να ελπίζουμε ότι η συμμαχία δύναται να αποτελέσει την αφετηρία για μια νέα Μεταπολίτευση.
* Η Βάλια Αρανίτου είναι επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κρήτης
Από avgi
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε ελεύθερα την άποψη σας και ότι θέλετε χωρίς ύβρεις.